- ετεροταξία
- ηανώμαλη (παρά φύση) διάταξη και θέση οργάνων τού σώματος (κυρίως τών σπλάγχνων) ή γεωλογικών κοιτασμάτων κ.ά.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. heterotaxy < νεολατ. heterotaxia < hetero- (πρβλ. ετερο-*) + -taxia (πρβλ. τάξη)].
Dictionary of Greek. 2013.